- κουνούπι
- Κοινή ονομασία δίπτερων εντόμων της οικογένειας culicidae, της υπόταξης των νηματοκέρων. Τα κ. έχουν λεπτό σώμα, που ανάλογα με το είδος μπορεί να ποικίλλει σε μήκος από 3 έως 15 χιλιοστά, και το οποίο φέρει μακριά πόδια. Το μικρό κεφάλι τους έχει μεγάλα σύνθετα μάτια, μακριά προβοσκίδα και κεραίες αποτελούμενες από έξι ή περισσότερα άρθρα, οι οποίες είναι πτεροειδείς στα αρσενικά και με μικρές τρίχες στα θηλυκά. Ένα άλλο χαρακτηριστικό τους είναι η παρουσία βαθμίδων στα νεύρα και στα περιθώρια των φτερών τους. Τα θηλυκά άτομα έχουν τέτοια στοματική κατασκευή που τους επιτρέπει να κεντρίζουν και να ρουφούν, ενώ τα αρσενικά –των οποίων η προβοσκίδα είναι γενικά πιο λεπτή– δεν μπορούν να τσιμπήσουν βαθιά. Τα θηλυκά ενήλικα άτομα της οικογένειας τρέφονται με αίμα και για τον λόγο αυτό αποτελούν φορείς διαφόρων ασθενειών, όπως η ελονοσία, η φιλαρίαση, η εγκεφαλίτιδα και ο κίτρινος πυρετός. Τα αρσενικά, αντίθετα, τρέφονται με σακχαρώδεις ουσίες, τις οποίες προμηθεύονται από τους χυμούς των φυτών. Στην πρώτη περίπτωση, το ημίσκληρο τμήμα της προβοσκίδας βυθίζεται στο δέρμα του θύματος, ενώ η άκρη του λυγίζει και περιστρέφεται μέχρι να εισέλθει σε κάποιο τριχοειδές αιμοφόρο αγγείο. Πριν αρχίσει να ρουφά –ή και ενώ ρουφά– το αίμα, το κ. χύνει στο τραύμα λίγο σάλιο για να εμποδίσει την πήξη του αίματος.
Τα κ. ζουν κοντά σε νερά, σε υψόμετρο έως 1.500 μ., και αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους το σούρουπο και τη νύχτα. Αναπαράγονται με αβγά, που εγκαταλείπουν στο νερό και τα οποία εκκολάπτονται σε λίγες μέρες ή το πολύ σε μερικές εβδομάδες, ανάλογα με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Οι προνύμφες και οι νύμφες τους ζουν στο νερό. Τα κ. είναι διαδεδομένα σε όλες τις χώρες, συναντώνται όμως σε μεγαλύτερη αφθονία στις θερμές περιοχές.
Η οικογένεια culicidae περιλαμβάνει περισσότερα από 2.000 είδη, ταξινομημένα σε τρεις υποοικογένειες: των ανωφελινών, των κουλικινών και των τοξορυγχιτινών. Στην πρώτη υποοικογένεια ανήκουν δύο είδη κ. ιδιαίτερης σημασίας για τον άνθρωπο: ο ανωφελής (Αnopheles maculipennis), μήκους 5-10 χιλιοστών, στον οποίο, όπως και σε μερικά άλλα συγγενή είδη, οφείλεται η μετάδοση των παρασίτων του γένους Plasmodium, υπεύθυνων για την ελονοσία, ενώ μπορεί επίσης να μεταδώσει τη φιλαρίαση –προκαλούμενη από παρασιτικούς σκώληκες– και την εγκεφαλίτιδα – οφειλόμενη σε ιό. Στην ίδια υποοικογένεια ανήκει και η στενόμυγα η ταινιωτή (Stenomyia fasciata ή Aedes aegypti), που ζει σε διατροπικές ζώνες και θεωρείται επικίνδυνη επειδή μπορεί να μεταδώσει τον κίτρινο πυρετό. Στην υποοικογένεια των κουλικινών ανήκει το κοινό κ. (Culex pipiens), ενοχλητικό αλλά όχι επικίνδυνο στην Ευρώπη, το οποίο διακρίνεται από τον ανωφελή όχι μόνο από το χαρακτηριστικό βούισμα αλλά και από το ότι στέκεται παράλληλα προς το στήριγμα. Ένα είδος του ίδιου γένους είναι και το επικίνδυνο κ. της ελεφαντίασης (Culex fatigans), που ζει κυρίως στις τροπικές ζώνες και μπορεί να μεταδώσει το νηματόζωο του Μπάνκροφτ (Wucheneria bancroftis). Βλ. λ. ανωφελής.
Τμήματα στοματικής συσκευής κουνουπιού πολύ μεγεθυμένα.
Το κοινό κουνούπι (Culex pipiens) διακρίνεται από τον ανωφελή (Αnopheles maculipennis) από το ότι, όταν κάθεται, το σώμα του είναι παράλληλο προς το αντικείμενο στο οποίο στέκεται.
* * *το (Μ κουνούπιον)ονομασία, κοινή σήμερα, εντόμων που, σύμφωνα με τη σύγχρονη ταξινόμηση, ανήκουν στην οικογένεια culicidae, ο κώνωπαςνεοελλ.φρ. α) «μάς έγινες κουνούπι» — κατάντησες ενοχλητικόςβ) «σέ βλέπω σαν κουνούπι» — δεν σε υπολογίζω καθόλου.[ΕΤΥΜΟΛ. < κωνώπιον (υποκορ. τού κώνωψ, -ωπος), με κώφωση τού -ω- σε -ου-].
Dictionary of Greek. 2013.